|
ο штукатур #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово штукатур? — σμμοκονιαστής как с (ново)греческого переводится слово σμμοκονιαστής? — штукатур — φελλωτός — τρίδυμος — ζέφυρος — εξυπαρχής — ουρανίσκος — κιτρινάδι — ανθρακοειδής — κουνενές — έμπα — ετράπην — υγειονομικό — φυγόπονος — χαρτώνω — μπεγεντίζω — εναλλάσσω — ταπεινώνω — επιλογικός — ιστοριοκρατία — αναπτήρας — προσωπογράφος — μαρινάτο |
|||