|
το дорожный знак #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дорожный знак? — οδόσημο как с (ново)греческого переводится слово οδόσημο? — дорожный знак — ξεσκονίστρα — δελτιογράφος — κρυσταλλοτεχνία — αντικομματικός — γυρισμός — φανταγμένος — ασχημογύναικο — σαρκοκάρπιο — υπερτείνω — δίκαιον — σκίζω — αναβρασμός — οδοντοτεχνική — αετός — υπερθερμία — σποδιά — ανεμομίκτης — ένθρονος — φαρμακόγλωσσος — δυσεπίτευκτος — αρχίδι |
|||