|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μουτζιά? — — θρήσκευμα — συνώνυμος — βεβαιώνομαι — προβάδιση — υπνοδωμάτιο — χού — φιλοκττιμοσύνη — νανουριστικά — σφυγμός — οπλιταγωγό — επιχειρησιακός — διδαχτικός — προσαρμοστικός — αχερωμένος — αλεηλάτιστος — επισωρευτικός — ψιλικατζού — διαλοή — άλειωτος — ράφτης — προαποβίωση |
|||