|
1. четвертьфинальный; 2. (о) четвертьфинал; στούς ~ούς θά συναντηθούν... — [phrase]в четвертьфинале встретятся...[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово четвертьфинальный? — προημιτελικός как на (ново)греческом будет слово четвертьфинал? — προημιτελικός как с (ново)греческого переводится слово προημιτελικός? — четвертьфинальный, четвертьфинал — σιδερωτής — τριτόκλιτος — φαρδής — αχερο — διεύθυνση — καζανιάζω — ψευτόσουπα — αμαγείρευτος — ξεκίνημός — σιγαλιά — βερεμιάζω — κασαμπάς — συλλέγω — μιξοβάρβαρος — προσανατολισμένος — βατταρίζω — Ιλλυρός — δασολόγος — πολυτραβώ — ενωματάρχης — ψυχομάχητό |
|||