Πεντάγωνο

формы словаβ
Πεντάγωνο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово Πεντάγωνο? —


εσωτερικώςυπερκάθαρσηπαπα-αναβιώνωπαρακινητικόςεπιπλήσσωφυματιώμαυρόχωμααποκουρεύωνευρίασμαευαγγελιστήςστουμπίζωεκβράζωφλέψακομπανιάτοροςζούλισμαυπαλληλικόςελληνόγλωσσοςθαυματουργίαδραματουργίαιεράρχης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit