|
ο переселенец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переселенец? — αναμαζωξάρης как с (ново)греческого переводится слово αναμαζωξάρης? — переселенец — σταυροβελονιά — ερμηνευτέος — σκακιέρα — φηγός — κατατάζω — ορθογραφώ — αδροκαμωμένος — δικτυουλκός — λαδάδικο — θεμελιακός — δαχτυλογραφία — αυτόκλητος — αρρενοφθόρος — εμφύσηση — αχειραγώγητος — κύφωση — ημεραλωπία — ημιφάτνωτος — απλοϊκός — οσφυαλγία — λαχανοφυτεία |
|||