|
το клизма (сосуд) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клизма? — κλυστήρι как с (ново)греческого переводится слово κλυστήρι? — клизма — κωλοβάρεμα — λαϊκός — καπινός — καταράχι — γούζω — ασαγήνευτος — κολαστικός — ανέγγιχτος — πλουτοκρατία — ψοφολόγημα — διασκορπίζω — εγκυστίωση — ερμηνέας — προαποβιώ — φύτεμα — τσομπάνης — συνταίριασμα — μακροήμερος — εφεξής — διαποτίζω — παράπηγμα |
|||