Новогреческий словарь
ηλικιακά
ηλικιακά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηλικιακά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διήμερος
—
αλάξευτος
—
ιστοριοδίφης
—
μαλλί
—
ενδότατα
—
τροπώνω
—
ήλιος
—
βυθίζω
—
υποκειμενικός
—
σιταγωγός
—
μετεωροσκόπηση
—
εμβρυοτομία
—
κόρος
—
αχτιδοβολώ
—
ανορεξία
—
στωμυλία
—
θρύψη
—
σέσουλα
—
επανεντάσσω
—
εκκριματοφόρος
—
Τρίτη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве