|
η фотометрия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фотометрия? — φωτομέτρηση как с (ново)греческого переводится слово φωτομέτρηση? — фотометрия — συστηματοποιούμαι — κτηνασφάλιση — σκόρπισμα — αφωνόληκτος — κατάπλωρα — διαλλάττομαι — βιαίως — εγχωριάζω — παρατεταγμένα — κεί — ηλεκτροπτικός — εγκαθιστώ — επίλευκος — ξεμασκαρεύω — μπατικά — εκπαρθενεύω — δαιμονολατρεία — αβλάστητος — αργυροκέντητος — ξελέπισμα — ουζοπότις |
|||