φωτομέτρηση

формы словаβ
φωτομέτρηση
η фотометрия



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово фотометрия? — φωτομέτρηση
как с (ново)греческого переводится слово φωτομέτρηση? — фотометрия


συστηματοποιούμαικτηνασφάλισησκόρπισμααφωνόληκτοςκατάπλωραδιαλλάττομαιβιαίωςεγχωριάζωπαρατεταγμένακείηλεκτροπτικόςεγκαθιστώεπίλευκοςξεμασκαρεύωμπατικάεκπαρθενεύωδαιμονολατρείααβλάστητοςαργυροκέντητοςξελέπισμαουζοπότις




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit