|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μονάς? — — τινάζω — εστίαση — λαλαγγίτα — μαρινάτος — τεζαρισμένος — κατακάθομαι — παπαγάλος — θρομβολυτικό — σφουγγοκωλάριος — σόγια — ψηλοτάβανος — κοροϊδιλίκι — αφωρισμένος — πεχλιβάνισσα — αγιοβασίλης — γερονταφήνω — συνέργεια — επικόλληση — κηρόπανο — ανιστόρητος — αλλοίμονο |
|||