|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Αγγλικανός? — — αναλωθείς — βρακάκι — υπερσιτισμός — κεράστης — τσαχπινογαργαλιάρης — Σουηδέζα — επισκίασις — αναπνευστικός — πιασμένος — αθωράκιστος — στενοχωρημένος — αισίως — κατάπνιξη — καΐλα — μαγκόπαιδο — αβλέπτημα — εμβολάς — θυμιατίζω — γουλί — μισώ — περβολάρης |
|||