ρόδαξ

формы словаβ
ρόδαξ
(-ακος) ο архит. розетка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово розетка? — ρόδαξ
как с (ново)греческого переводится слово ρόδαξ? — розетка


απρόσληπτοςράντζοπνευματοθώραξελαφρόνοιαακλόνηστοςδιευκολύνωδειλινόανδρομανήςκυριολεκτικόςσφυγμομετρώαδίωκτοςξενοκρατούμενοςζαλίκαπρίζαλιποθυμισμένοςβοϊδόπετσαεναπόκειταιαναστημόμετροεισείλκυσαχαλυβουργείοαυτοπαρουσιάζομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit