|
το конфетти #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конфетти? — κονφεττί как с (ново)греческого переводится слово κονφεττί? — конфетти — ληξιαρχείο — ευθυμολογώ — φοροδοτικός — αιτιολογώ — ζευκτό — προκαρυωτικά — εφαρμοστήριο — μορτή — βαλσαμίτις — αλογάκια — σουσαμιά — κατράμι — υλοζωισμός — σησαμόπολτος — ποικιλομορφία — οχταετία — άμε — πυρόσβεση — φτωχογειτονιά — πυρηνέλαιο — εγκαρδιώνω |
|||