Новогреческий словарь
συνδεκάζω
συνδεκάζω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνδεκάζω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βοϊδομμάτισσα
—
αιματώδικος
—
αποσπεριάτικος
—
νηπιοκομικός
—
εξηκονταετής
—
γόργειον
—
γιάτρισσα
—
συσσιτώ
—
φουμίζω
—
ανερευνώ
—
θεαματικότης
—
μπουλόνι
—
τυροδοχείο
—
νοικοκυριό
—
σαγονού
—
κουντουράς
—
κυλινδρισμός
—
μυθοποιία
—
αδιαχώρητος
—
κουτσούλισμα
—
πεντηκοντούτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве