Новогреческий словарь
αδελφοποιτός
αδελφοποιτός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αδελφοποιτός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
υδροφοβία
—
διέβην
—
αερηθμός
—
αναφύτευση
—
φουρνέλλο
—
εικοσάλεπτο
—
διισχυρισμός
—
ενδεκάμηνος
—
μάρμαρα
—
γλύπτης
—
παλληκαρήσιος
—
λευχαιμία
—
σταδία
—
γαλακτοπαραγωγός
—
τσάτσος
—
επιμένω
—
αντιμοναχικός
—
επίχριστος
—
ραιβοσκελής
—
ντεπό
—
εξερεύνηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве