Новогреческий словарь
αειφορία
αειφορία
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αειφορία
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντίζηλη
—
ηγεσία
—
μενσεβικικός
—
αποδασώνομαι
—
αποθεωτικός
—
ακαταμέτρητος
—
διάγραμμα
—
μαλαχτικός
—
ξινοκέρασο
—
θαρρύνω
—
μονοθυγατέρα
—
έκχυσις
—
χτίζω
—
ξορκίζω
—
χώρια
—
σελήνιο
—
ζωοθεϊσμός
—
σταυρόλεξο
—
τραγουδάω
—
προαπαντώ
—
γελωτοποιώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве