|
отражаться (о свете, звуке; тж. перен.); η αίγλη τής δόξης του ~άται καί εφ' ημάς — сияние его славы распространяется и на нас #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отражаться? — ανακλώμαι как с (ново)греческого переводится слово ανακλώμαι? — отражаться — αχάλκωτος — ανελίσσομαι — επίκριμα — ιθύνοντας — σκευοφύλακας — Δωρόθεος — φιλαργυρία — φοιτητάκος — επουλώνομαι — τριχοτομώ — βοϊδόμυγα — γόνιμος — υπερηχογράφημα — απαράλλακτος — παρασκευή — καθρεφτιστός — υποτονικός — πράϋνση — ταχύπλους — ψοφοδεής — κάνα |
|||