|
το юфть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово юфть? — τελατίνι как с (ново)греческого переводится слово τελατίνι? — юфть — κηδεμονικός — καταξεριάς — διάπυρος — προσηλώνομαι — παράβλαστο — απολάω — προτεσταντικός — ανθενωτικός — χιλιοστό — μεταρσιωτικός — γλύπτρια — στηρίζομαι — αυνανισμός — γλυκονεραντζιά — ανασυνιστώ — οβελίζω — δενδρόκαρπος — πρασόσουπα — εργάζομαι — κάκια — στραβοπατιέμαι |
|||