εξερράγην

формы словаβ
εξερράγην
παθ. αόρ. от εκρηγνύω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εξερράγην? —


μεσάζωκοσμόποληανεβοκατέβασμαλαμποκόπιαλουμίνιοαλμυρήθραδωδεκαωρίατραγοπώγωναςαντιβασιλείαρωμαλεότηταακοστάριστοςρητορικήταιριαστάφραχτικόςδιψασμένοςσυνταγογράφησησηπίαεκταφήαπομωρώνωελεφαντούργημααλυχνα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit