|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ομολογητής? — — εξωδίκως — αντίχειρ — αξιώνομαι — ξεγυμνώνομαι — τρίποδος — σπερματούχος — καλογηρισμός — ανηλεής — αυθαδειάζω — μονοκότυλος — αθυμιάτιστος — αλεπόγουνα — ογκομετρία — κληρουχία — αλαργωπός — κλινικά — γραφειοκράτισσα — σάκα — ομβρέλλα — συγκιρνω — νίκη |
|||