|
зоол. сумчатый; τά ~α — сумчатые #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сумчатый? — μαρσιπποφόρος как с (ново)греческого переводится слово μαρσιπποφόρος? — сумчатый — χλωροφόρμηση — φόρος — κοπανάω — κεραυνοβόλημα — πρωτομάγερας — αντιβραχίων — ανεμοχάφτης — απόφοιτος — αποκόμιση — πατρωναλισμός — γνεφολόγημα — αγαρμπιά — καρδιοκατακτητής — αεροστατική — κομματάρχης — αντιλακτίζομαι — θήλυς — δέξιος — πρωθυπουργώ — επαίτης — γλοιφός |
|||