Новогреческий словарь
θόριο
θόριο
το хим.
торий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
торий
? —
θόριο
как с
(ново)греческого
переводится слово
θόριο
? — торий
#
(ново)греческий словарь
—
τυλώνω
—
κόπρισμα
—
αδίκως
—
κοκαϊνομανής
—
προεξάρχων
—
εκπιεστός
—
λιακό
—
αφρισμός
—
φτερολογιέμαι
—
πελεκητής
—
αγαλματοκόσμητος
—
πεσέτα
—
κατασκήνωση
—
σαϊτοθήκη
—
δεντρωμένος
—
εξοφλητήριο
—
χαροπάλεμα
—
περκνιάρης
—
κρουνιά
—
κοπρόλακκος
—
εξαφνος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве