|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συνεκδοχικά? — — κατατακτήριος — ύπαρχος — αφαρμάκευτος — πάγα — λουλουδάς — λεβάρω — πέτσινος — γυψοποιία — αντρέ — προαποβιώ — διοξείδιο — σηψαιμικός — μπούστο — ντούπλεξ — ανταλλασσόμενος — ψύχω — ξέκρεμος — παπαγαλία — δασικός — μονοκοντυλιά — Τσεχοσλοβάκα |
|||