|
το дециметр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дециметр? — δεκατόμετρο как с (ново)греческого переводится слово δεκατόμετρο? — дециметр — συκοφαγάς — άθρυπτος — δελφινάριο — ελαφήσιος — εντέρινος — ιεροσύλημα — ρητορικότητα — ζωολογία — χαιρεκακία — αμασχάλη — αιμοσκοπικός — ξεγέννημα — γενεσιουργικός — μυρωδιά — αμετασκεύαστος — βαλσαμίτις — φεβρουαριανός — άφθαι — ξαγόρευση — πηγμένος — αλυσιτέλεια |
|||