σκυρόδεμα

формы словаβ
σκυρόδεμα
το бетон;
          ο μαλακτήρ ~έματος — бетономешалка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово бетон? — σκυρόδεμα
как с (ново)греческого переводится слово σκυρόδεμα? — бетон


αμφίβιοςμαγαρισιάμουδιασμένοςεκπαίδευσηγεροπαραξενιάφιλαρμονικήηλεκτραγωγόςσπινθηροβόλοςκουλουριαστόςαρίθμηματσελιγγοτοψυχραίνωελληνοφοβίοαμοιβήεξαγόρευσηεπιλήσμονκαταμερισμόςγκιλοτίναανάρμενοςπολυχρωμίαπάρολκος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit