|
η упоминание; γίνεται ~ (περί) τού τάδε — упоминаться (о ком-чём-л.) ; ούτε καν γίνεται ~ — даже не упоминается; κάνω (или ποιούμαι) ~ν τινός — упоминать о чём-л.; όταν κάνω ~ — при упоминании #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово упоминание? — μνεία как с (ново)греческого переводится слово μνεία? — упоминание — ποδηλατοδρομία — αυτοδιάλυση — φάγαινα — αμέθυστος — πανερημιά — τρόικα — αδιαλυτότητα — ηλιολατρικός — ηγουμένισσα — αρπαξιά — φόρεμα — βέντο — σιγίλλιο — ξεπλανεύω — ανελλιπής — άμαξα — εμπαθής — εβδομο — ερημονήσι — στάλπη — υποστηρίζω |
|||