Новогреческий словарь
σπαστικά
σπαστικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπαστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κηπουρός
—
φαλαιναλιευτικό
—
διένεξη
—
καρατόμία
—
περιήγηση
—
άγλυκαστος
—
γρουσούζικος
—
φωλεός
—
κρεμανταλάς
—
χεροκρατιούμαι
—
πάρωρα
—
αγωγή
—
διδάκτυλος
—
ακετυλένιον
—
σειριώ
—
λαγοκοιμάμαι
—
σταυρώνω
—
πολιτογράφηση
—
διασταυρούμενος
—
χαλκόχροια
—
καυσιμότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве