|
το плов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово плов? — πιλάφι как с (ново)греческого переводится слово πιλάφι? — плов — γοργόσβηστος — εξοδιάζω — πλατάγισμα — ολιγόλεπτος — αδιασκεύαστος — μεταμοντερνίστρια — κλαυθμός — ξεσκολισμένος — διάζευξη — αλατοειδής — τσαχπίνικος — παραφίνη — πυρακτώνω — αντισκορβουτικός — κακοανατεθραμμένος — στυφτικότητα — χάρτινος — ενήγαγα — πιστοποιητικό — συμμιγάς — φανατικός |
|||