Новогреческий словарь
σπονδυλωτό
σπονδυλωτό
το
позвоночное
(животное)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
позвоночное
? —
σπονδυλωτό
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπονδυλωτό
? — позвоночное
#
(ново)греческий словарь
—
φώνασμα
—
προστατεκτομία
—
γούργουλας
—
κοσμοπολιτισμός
—
αποδύομαι
—
πόκος
—
επιχορήγηση
—
σκληροκάρδιος
—
καρβέλι
—
αστόχισμα
—
βαθύφωνος
—
ψωροπερηφάνια
—
ωοτοκία
—
τρελόπαιδο
—
φρουμαγέλλα
—
τέλεση
—
φιλάδελφος
—
μουντός
—
εορτασμός
—
σπαλέτα
—
ολόλαμπρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве