|
легко приручаемый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово легко приручаемый? — τιθασσευτικός как с (ново)греческого переводится слово τιθασσευτικός? — легко приручаемый — αφαντασίωτος — βροντοφωνώ — μπουκιά — θυρίδα — ξεφτίλα — εγκληματίας — αγαπιάρης — βουτυροκομία — απόσκιος — καλημέρα — απάντημα — ξευτελίζω — πυκνοφούντωτος — αθάνατο — επιμελητεία — φωσφατίδια — δεκαπενταύγουστος — κονταίνω — καταπραϋντικός — αναιρετήριος — ναρκομανία |
|||