|
непровеянный (о зерне) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непровеянный? — αλίκμητος как с (ново)греческого переводится слово αλίκμητος? — непровеянный — σχηματικότητα — δολομιτικός — στεγανοποιώ — μιά — μεζεκλίκι — συστρατεύομαι — νταγκλαράς — λύτρα — εξοχώτατος — μαργαριταρόρριζα — κόττερο — οίκτος — σιγουρεύω — πιεστόν — βαθμονόμος — κεράτωμα — συμπύρηνος — εξαγγέλλω — επιψευδαργυρώνω — ερωτύλος — συλλειτουργός |
|||