Новогреческий словарь
ανατήκω
ανατήκω
переплавлять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
переплавлять
? —
ανατήκω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανατήκω
? — переплавлять
#
(ново)греческий словарь
—
κατακόβω
—
ισχυροποίηση
—
αναίμακτα
—
ναυαρχώ
—
πρόστηση
—
γεροσύνη
—
ξεκουτιάζω
—
άνοιξη
—
σπερμολογω
—
ανθρωπισμός
—
πολλάκις
—
διαμάσκαλα
—
υφαλμυρίζω
—
κατρουλιό
—
αναίματος
—
χαλαζοβρόχι
—
αβανταδόρικος
—
γηροκομώ
—
καφεδάκος
—
αβάσιμος
—
υπαλληλίσκος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,