|
ο советчик; наставник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово советчик? — συμβουλάτορας как на (ново)греческом будет слово наставник? — συμβουλάτορας как с (ново)греческого переводится слово συμβουλάτορας? — советчик, наставник — δομική — τσιγγάνος — σουρομαλλιάζομαι — αγωγιάτης — μολδαυικός — αμυαλιά — παρουσιαστής — στάνταρ — αναχαιντρώνω — υπερτονωτικός — τένοντας — υλοτομικός — λίνον — ζαχαρολεμονιά — καρδαμωμένος — καπνιστής — ζωστικό — αμφίζυγος — αριθμητικώς — ερημοκλήσι — αγροίκος |
|||