|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εκδιδόμενος? — — εγωισμός — αλατομιγής — ρόδι — αναγγελτήριος — στείρος — πτερό — αλπικός — συναρμολόγημα — κοκαλιάρικος — μεταφορικό — σπαραξικάρδιος — οπλοχρησία — αυτογεμής — προψές — αλληλοφθονούμαι — νηματουργικός — στιλβαδάμας — ιοντίζω — κοτίσιος — πηρομελής — προσλαλιά |
|||