|
запятнанный, запачканный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запятнанный? — λεκιασμένος как на (ново)греческом будет слово запачканный? — λεκιασμένος как с (ново)греческого переводится слово λεκιασμένος? — запятнанный, запачканный — αγουρογεράζω — οδυσσειακός — αποκρατικοποιούμαι — βυσσινιά — ρασοφορώ — προκομμένος — μπαλκονάκι — ηλεκτρογεννήτρια — γλωσσίδι — ανακαινιστικός — σφαιριστήριο — θειάφισμα — ανορθώτρια — γλωσσίτσα — πρίων — εντριβής — προηγουμένως — κουβαρντάς — αξιωματούχος — μπουγάδα — διάχρυσος |
|||