Новогреческий словарь
γδικώνομαι
γδικώνομαι
мстить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мстить
? —
γδικώνομαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
γδικώνομαι
? — мстить
#
(ново)греческий словарь
—
ματόχαντρο
—
δίτερμα
—
θεοφοβούμενος
—
φλεβώδης
—
υποδιάπλαση
—
πεισματοσύνη
—
λαμπρά
—
χτυπώ
—
φαλλί
—
αδιάλλακτος
—
μεταπλαστός
—
ξεθωριασμένος
—
χλόη
—
αποπατω
—
φρυγμός
—
πρόδομα
—
κωλόχαρτο
—
τεινεσμός
—
χοιροβοσκός
—
προσεπικαλούμαι
—
έκλαμπρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве