|
ο овечий овод #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово овечий овод? — μηλοφάγος как с (ново)греческого переводится слово μηλοφάγος? — овечий овод — μεσακός — δεκάκις — σκοτισμός — κλητικός — κουτσογραμματισμένος — μονωτήρας — λαιμοδέτης — ζουλάω — αντιστιξιακός — νέαση — χέζω — εισελαύνω — παρασάνταλος — γριτσανίζω — αναθεματούρι — πράκτορας — ψυχροθεραπεία — διαφεντευτής — γραμματικά — δικτατωρεύω — τεχνίτις |
|||