|
η вершина горы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вершина горы? — ακρώρεια как с (ново)греческого переводится слово ακρώρεια? — вершина горы — μεταλλοτεχνία — προσπελάζοντες — οκνώ — επάλειψη — πολυχρονίζω — μπασίδι — ριζοτομώ — ασκητεύω — αυλακώτρα — ζυγοδέτης — κωλαρίνος — αραποσίταρο — ορθρινός — πλιγούρι — εκσκαφή — συγχαίρω — χρυσό — σκουλαμέντο — λαμπυρίδα — πατησιά — αναδενδράς |
|||