Новогреческий словарь
κτείνω
κτείνω
(αόρ. έκτεινα)
убивать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
убивать
? —
κτείνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
κτείνω
? — убивать
#
(ново)греческий словарь
—
τσεπώνω
—
τσάντζαλα
—
κετόναι
—
χαρχάλα
—
αποκαίομαι
—
εκβουλγαρισμός
—
αχητό
—
κεραυνοβόλος
—
εισορμίζω
—
αντεκδικούμαι
—
ξαρρωστώ
—
διαπλέω
—
τροπωτήρ
—
ποταμόπλοιο
—
παραγέρασμα
—
ελληνισμός
—
κοντάκι
—
ετεροκαρπία
—
δομισμός
—
δικρανωτός
—
γλυτωμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве