|
το липкий пластырь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово липкий пластырь? — διάχυλον как с (ново)греческого переводится слово διάχυλον? — липкий пластырь — δικαιοδοτώ — φλάσκα — μπαλσάμωμα — ξεσκάνω — τραντάζω — ξεκουραστικός — νοικοκυριό — μηλολόνθη — φαλιρισμένος — σαράγι — παραπετώ — χηρευάμενος — κατάτριψη — μερομίστι — αναφορικά — καψούρης — αποβαρβάρωση — δόγμα — αποτράχυνση — χιονιάς — καυτήρας |
|||