|
το комод #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово комод? — κομμό как с (ново)греческого переводится слово κομμό? — комод — στανταρτοποίηση — βαμβακού — διαζευγνύω — φωτοχυσία — μαζορέτα — οινοχαρής — σφήνωμα — μόνιππος — απλωτός — ξανάσασμα — αρχικάλπισσα — κωλοσέρνομαι — δοντωτός — επιβλαβώς — απεροντωσύνη — ηλεκτροδυναμικός — αιγυπτιώτικος — γεραιός — πεισματάρικος — εξέπεσα — αγοθούλης |
|||