Новогреческий словарь
αζωτο
αζωτο
το
азот
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
азот
? —
αζωτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αζωτο
? — азот
#
(ново)греческий словарь
—
ανεπιείκεια
—
άχροια
—
παγωτίνι
—
ανδρογένεια
—
κράτηση
—
διαποικίλλω
—
φοίνιξ
—
αρσενοκοίτης
—
λυριτζής
—
αρχοντοπιάνομαι
—
ακρόρριζα
—
ιεροπραξία
—
λιχνιστικός
—
ύπνωση
—
έξαφνα
—
περιπαθής
—
διαλεκτός
—
βρογχιόλιο
—
αποδοσίδι
—
σεβασμιώτατος
—
αγηροκόμητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве