Новогреческий словарь
σκάρφί
σκάρφί
το бот.
морозник
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
морозник
? —
σκάρφί
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκάρφί
? — морозник
#
(ново)греческий словарь
—
πεσιμίστρια
—
βουτσάδικο
—
τρίστιχο
—
ζωοκλόπος
—
μαχαιράδικο
—
νανοτεχνολογία
—
πρωθοπουργεύω
—
ασηπτικός
—
ντοκουμεντάρισμα
—
μονιστής
—
προεισαγωγή
—
χιονάνθρωπος
—
πολυφορτώνω
—
Λύντς
—
παραπιστεύω
—
αγγειοσυστολή
—
λαζάνια
—
βαμβακίαση
—
σκαπτικά
—
επαιτιώμαι
—
ιμπρεσσιονιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве