|
снова расцветать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово снова расцветать? — ξανανθίζω как с (ново)греческого переводится слово ξανανθίζω? — снова расцветать — διαζωτικός — κάραβος — προσόν — ιχθυολόγος — αυτομαστίγωση — σιαλώ — φοινικούς — διαλογιστικόν — αρτιότητα — τελμάτωση — ημιαξόνιο — μαλαγάνας — υπομένω — πρεζόνι — άναιμος — χιονοβόλος — αλεξίπυρος — ζουπίζω — κοινοβιότητα — τσουχτερός — λαφρός |
|||