γυναικωνίτης

формы словаβ
γυναικωνίτης



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово γυναικωνίτης? —


συγκροτώαγράμπεληεξαγγλίζωχαοτικόςσυλληπτήριοςβαρκούλαυδρόφωνοευλογιασμένοςμπούνιααρχαιολάτρισσααρχιστρατηγείοσυμβαίνωθνησιμότητασκόρληξιαρχικόςγλυκόηχοςδιλοχίαεπταμηνιαίοςεπικρεμήςβελάκιαυλοκόλακας




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit