|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυναικωνίτης? — — συγκροτώ — αγράμπελη — εξαγγλίζω — χαοτικός — συλληπτήριος — βαρκούλα — υδρόφωνο — ευλογιασμένος — μπούνια — αρχαιολάτρισσα — αρχιστρατηγείο — συμβαίνω — θνησιμότητα — σκόρ — ληξιαρχικός — γλυκόηχος — διλοχία — επταμηνιαίος — επικρεμής — βελάκι — αυλοκόλακας |
|||