|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πυρομετρία? — — σκληρά — προκρίνω — αναθεωρητικός — αρρενοτοκία — βότανο — πέδικλο — τρισκελής — αττικός — παρωδώ — ρέκασμα — χιονορραγία — συμβαλλόμενος — μπακαλάος — καπλαμάς — βάνδαλος — επεξηγώ — αμάλακτος — θεριακλού — τσιγγουνεύομαι — μαντική — τσεπάκι |
|||