Новогреческий словарь
εκτρέφομαι
εκτρέφομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκτρέφομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
θέμις
—
διαμέλισμός
—
αισθηματάκι
—
οδοντοϊατρός
—
σάλτος
—
ζωντανός
—
συριγμός
—
ακόντιση
—
στυγνότητα
—
καταδικαστικά
—
απαραπλάνητος
—
βροχοπιάνω
—
κυρτωμένος
—
μάλλον
—
εύθραυστος
—
μικροψυχία
—
ανυπεύθυνος
—
ανεπίδεκτος
—
αυξομείωση
—
παρασύρω
—
μηκηθμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве