|
полуголодный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полуголодный? — μισοχορτασμένος как с (ново)греческого переводится слово μισοχορτασμένος? — полуголодный — σφεντονάω — συνδρομητικός — θεμελιακός — σταλαχτός — αγκαθερός — κυπρί — άδροσος — θέρισμα — αλμεύω — φεγγαροφώτιστος — θυμός — απόβραδο — διατηρητέος — ξεπετώντας — κακία — ατελειοποίητος — υπερπληθυσμός — οκναμάρα — Δέσποινα — ψευδοευλάβεια — αγγελιάζομαι |
|||