|
η перегонка, дистилляция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перегонка? — απόσταξη как на (ново)греческом будет слово дистилляция? — απόσταξη как с (ново)греческого переводится слово απόσταξη? — перегонка, дистилляция — βρίσκω — γενεαλογούμαι — λανθάνων — ρινόκερος — βαριοχτυπώ — αισθησιακός — κοριάζω — περγαμόντο — διανοησιαρχία — ακινδύνως — αυλάκιασμα — απεμπόληση — κιουρί — ανιχνευτός — αρραχίς — αποχαυνωτικός — γεναρχία — προκύπτω — συνεδρίαση — καταδρομικός — απροσήγορος |
|||