Новогреческий словарь
έλαιο
έλαιο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έλαιο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αμλέτιος
—
ήμων
—
ακύλιστος
—
ζηλεύομαι
—
λινός
—
γυφταριό
—
ασχημοκαμωμένος
—
προστατευόμενος
—
αργιλοφόρος
—
παραβάτις
—
αρύλογος
—
δαμασκηνή
—
οινοπνευματομέτρησις
—
αρέσκω
—
ναός
—
ελεεινά
—
δυσαπόκτητος
—
απρογύμναστος
—
βούρδουλας
—
στροφαλοφόρος
—
μπουγάδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве